Sunday, August 31, 2008

Εσείς κάποιον μου θυμίζετε

Του ΕΥΓΕΝΙΟΥ ΑΡΑΝΙΤΣΗ (Ελευθεροτυπία, 31/8/08)

Ισως επειδή αυτό ήταν κάτι που θα κολάκευε τον ίδιο, ο Χίτλερ πίστευε ολόψυχα στη γνησιότητα της πρώτης εντύπωσης, δηλαδή αυτής που έδιναν οι άλλοι σ' εκείνον. Διάλεγε συνεργάτες για τις δύσκολες δουλειές εμπιστευόμενος αποκλειστικά το ένστικτό του και, κατά την περίοδο της υποχώρησης του ανατολικού Μετώπου, όταν το Ράιχ κατέρρεε, ήταν με το παραπάνω ικανός να προάγει έναν ανώνυμο μέχρι τότε αντισυνταγματάρχη κατευθείαν σε στρατηγό, αρκεί ο τελευταίος να εκδήλωνε μια δόση της αυτοκτονικής τρέλας που έλειπε απ' το Γενικό Επιτελείο. Εντόπιζε λοιπόν με την πρώτη ματιά εκείνους που ήξεραν ότι, για να αναχαιτίσεις τα ρωσικά τανκς, χρειαζόταν εφόδια πιο δραστικά απ' το «Χάιλ Χίτλερ» και ξεμπέρδευε· οι υπόλοιπες ματιές προορίζονταν για τον χάρτη.

Κατ' ουσίαν, το στιλ εκείνο χαρακτήριζε το σύνολο των λειτουργιών του ναζιστικού κράτους και δεν είναι υπερβολή να πούμε πως η αξιοπιστία της πρώτης εντύπωσης απογειώθηκε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, όταν ένα βιαστικό βλέμμα του αξιωματικού των Ες Ες ξεχώριζε τους Εβραίους που θα οδηγούνταν στη θανάτωση από κείνους που θα επιβίωναν σαν σκλάβοι. Εν ολίγοις, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι οι ναζί εφηύραν το face control. Βεβαίως, στο Αουσβιτς, το face control ήταν μια μέθοδος ελέγχου της φυσικής κατάστασης των θυμάτων, ωστόσο, κάτι τέτοιο, εκ των υστέρων, όχι μόνον δεν μειώνει τον κυνισμό που το χαρακτηρίζει αλλά νομίζω ότι δείχνει, ακόμη πιο αποφασιστικά, σε τι στοχεύει η περίφημη πρώτη ματιά με τη χονδροειδή εποπτεία της: στο να περιεργαστεί τον άλλο σαν ζώο που κρέμεται απ' το γάντζο του σφαγείου.

Οπρόεδρος Μάο συνήθιζε επίσης να εκθειάζει τα πλεονεκτήματα της πρώτης εντύπωσης, που τη θεωρούσε ασυζητητί αλάνθαστη. Εκεί, η ακαριαία αξιολόγηση συνδυαζόταν ενδεχομένως με την απωανατολίτικη παράδοση, σύμφωνα με την οποία ο κόσμος ήταν εκτεθειμένος στον στιγμιαίο και απαθή αυτοματισμό του βλέμματος του άλλου, καθώς ο άλλος δεν είχε κανένα λόγο να προσκολληθεί στις δικές σου ενδόμυχες ταλαντεύσεις γιατί αυτό θα ισοδυναμούσε με την υποχρέωση να εμβαθύνει κι έτσι θα έχανε την ηθική απόλαυση μιας ζωής όπου τα γεγονότα όφειλαν να συμπιέζονται στον ενεστώτα. Παράδοξη στάση που θεμελιωνόταν στο ότι, ακριβώς, η πρώτη εντύπωση σήμαινε, εντέλει, το να μην εντυπωσιάζεσαι διόλου.

Προσθέτοντας στην πινακοθήκη των τυράννων τον Στάλιν, για τον οποίο, μεταξύ μας, η πίστη στην αλήθεια της πρώτης εντύπωσης ήταν πρακτικά επιβεβλημένη ένεκα των απειράριθμων αφορμών καχυποψίας που του ενέπνεε ο περίγυρος, υποδεχόμαστε μια τρίτη εκδοχή, συνυφασμένη με την προκατάληψη ότι, οπωσδήποτε, ο άλλος είναι προδότης ή εν δυνάμει προδότης, και άρα η περίπτωση σφάλματος αποκλείεται. Εδώ, με δεδομένη τη γνώμη του σοβιετικού δικτάτορα για τους ανθρώπους, η πρώτη εντύπωση επιβεβαιωνόταν δίχως εξαίρεση διότι, απλούστατα, ήταν πάντοτε η χειρότερη.

Αν μακρηγορώ με τις ψυχοπαθολογικές ιδιαιτερότητες των ηγετών είναι γιατί η πρώτη ματιά συνδέεται εκ των πραγμάτων με μιαν αφ' υψηλού θέση κριτικής, επομένως εξουσίας, και υπάρχει μια χροιά προκρούστειας βαναυσότητας όταν της αναθέτουμε να αποφανθεί αμετάκλητα. Ως εργαλείο, η πρώτη ματιά ήταν ανέκαθεν ένα απ' τα ατού εκείνου που είχε το πάνω χέρι, καθώς ο άλλος έπαιζε τον ρόλο αντικειμένου. Αυτή η ανισότητα δηλητηρίαζε το παιγνίδι της κοινωνικής συναναστροφής, που σου επέβαλλε, μέσω της ιεραρχίας, να είσαι εναλλάξ αντικείμενο και υποκείμενο, η δε εντύπωση φρόντιζε να ενημερώνεται σταθερά για κείνο που την προκαλούσε· δεν ήταν η πρώτη, αλλά η πέμπτη, η εκατοστή ή η χιλιοστή. Κι αφού η ζωή έπρεπε να εκδιπλώνεται σαν εναλλαγή εντυπώσεων, οι άνθρωποι άφηναν τα νώτα τους ακάλυπτα και άρχιζαν να εκπλήσσουν και να εκπλήσσονται.

Ετσι, τόσες και τόσες αυθόρμητα γεννημένες φιλίες μακροημέρευσαν για να φτάσουν ένα βράδυ στο αδιέξοδο μιας διάψευσης που την προσυπέγραφε το βλέμμα μόλις γινόταν ελάχιστα περισσότερο διεισδυτικό, ενώ τα ζευγάρια παντρεύονταν για να συνειδητοποιήσουν, ένα χρόνο αργότερα, ότι η φλόγα της πρώτης ματιάς στην απρόσμενη έκρηξη ενός έρωτα που θεωρήθηκε κεραυνοβόλος ήταν κατεξοχήν ψευδαισθησιακή. Οι δημοφιλείς αστεϊσμοί σχετικά με την υποκρισία των γειτόνων του στυγερού δολοφόνου, που εμφανίζονται στο δελτίο ειδήσεων διατυμπανίζοντας ότι έπεσαν απ' τα σύννεφα, δηλώνει σεβασμό για την ίδια συγκρατημένη αμφιβολία. Στην πράξη, η πρώτη ματιά παρέμενε ο πιο μεροληπτικός κριτής κι αυτό ήταν ένα γόνιμο μειονέκτημα της κοινωνικής εμπειρίας που η ανθρωπότητα, αν και αποφεύγοντας να το ομολογήσει, το είχε κατά νου ενδελεχώς. Το άτομο ζούσε λοιπόν με την ευθύνη ενός ρίσκου, με την επίγνωση του ότι η δικαίωση των εντυπώσεών του δεν ήταν δεδομένη κι ότι, συνεπώς, έπρεπε να κινείται με σεμνότητα.

Ολο αυτό χάθηκε στα βάθη της αγωνίας που αναδύθηκε απ' τη διάλυση του κοινωνικού ιστού και την αντιστροφή του κόσμου μέσα στο θέαμα των προσποιήσεων. Ωσπου, ξαφνικά, κάτι που θύμιζε τον παλιό τυφλοσούρτη της πρώτης εντύπωσης επανήρθε στο προσκήνιο, όμως για εντελώς διαφορετικές αιτίες, κυρίως επειδή ο τυφλοσούρτης έμοιαζε τόσο εύχρηστος, τόσο ταιριαστός με την καινούρια λογική που θεωρούσε τις συγκινησιακές δοσοληψίες ασύμφορες και τόσο καλά προσαρμοσμένος στην εντολή να οικοδομήσουμε μιαν αεροστεγή και απόρθητη ατομικότητα. Η πρώτη εντύπωση βρέθηκε πάλι στην ημερήσια διάταξη ώστε να ενθαρρύνει ένα μοντέλο συναναστροφής που δεν θα ξεπερνούσε ούτε θα εμπόδιζε την ταχεία ανταλλαγή μονοσήμαντων, στοιχειωδών μηνυμάτων στην επιφάνεια. Αν μια φορά κι έναν καιρό η υποτιθέμενη εγκυρότητα της εξασφάλιζε ένα άλλοθι προκειμένου να κουμπώνονται οι κακοπροαίρετοι εξαρχής, πλέον οι κακοπροαίρετοι δεν υπήρχαν καν, είχαν εξαφανιστεί μαζί με τους καλοπροαίρετους χάριν μιας καινούριας αντίληψης που έλεγε πως, ανεξάρτητα του αν ήσουν «αρνητικά» ή «θετικά» στραμμένος προς τον άλλον, η σχέση σας θα παρέμενε αβαθής ώστε να αποφευχθούν οι αντιξοότητες. Διότι οι αντιξοότητες αποτελούσαν το ανεπίσημο όνομα κάθε δεσμού που έπαυε να είναι ανούσιος. Κι αυτό δεν συνέφερε.

Τώρα, ο άλλος αναδύεται στον ορίζοντα σαν ένα ον με το οποίο διασταυρώνεσαι ξανά και ξανά χωρίς να το γνωρίζεις, δεν αγαπιέσαι μ' αυτόν ούτε συγκρούεσαι. Ετσι, η πρώτη εντύπωση δεν είναι πια αιώνια, είναι όμως μόνιμη. Αυτό διαφαίνεται στην αντίφαση των ανθρώπων που συμπεριφέρονται σαν να χρωστούν πολλά στην ψυχολογική κρισιμότητα της πρώτης επαφής, μολονότι δεν έχουν, και ούτε θέλουν να έχουν, την παραμικρή ιδέα για το πώς καλλιεργούνται τα κριτήριά της. Στην πραγματικότητα, εδώ που φτάσαμε, κάθε εντύπωση είναι η πρώτη, διατηρεί τα ίδια χαρακτηριστικά μ' αυτήν. Καθώς οι άνθρωποι εκπαιδεύονται να παρακάμπτουν τα ψυχικά μεταίχμια και εφόσον ο εναγκαλισμός τους συμπίπτει με την προκαταβολική ακύρωση κάθε περαιτέρω βολιδοσκόπησης των περιθωρίων αμοιβαιότητας, η νιοστή συνάντηση ανανεώνει τυπικά την ουδετερότητα και τη ρυθμισμένη θερμοκρασία της αρχικής: οι άνθρωποι έπαψαν να γνωρίζονται. Είναι κι ο λόγος, άλλωστε, που μιλούν αδιάκοπα για γνωριμίες. Φιλίες του είδους του Face book μαρτυρούν ότι δεν τίθεται ζήτημα πρώτης εντύπωσης ούτε γι' αστείο. Ή, ας το πω λιγότερο αδέξια: η πρώτη εντύπωση, σήμερα, είναι πάντοτε σωστή διότι είναι και η μόνη.

Saturday, August 09, 2008

"Τα πρόσωπα που μιλάνε στους τέσσερις τοίχους ή στον κοπανιστό αέρα δεν είναι πρόσωπα για να τα ξεσκίζουμε στην τηλεόραση ή για να φτύνουμε τον κόρφο μας όταν περνάμε από δίπλα τους· είναι πρόσωπα ιερά γιατί ξεφλουδίζουν τους φόβους μας, αίρουν τους πανικούς μας, μαλακώνουν το καθημερινό σκάψιμο του θανάτου· είναι πρόσωπα μαγικά σ' έναν κόσμο βίαια απομαγευμένο, δηλαδή εφήμερα αθάνατο".

Μισελ Φαις (Ελευθεροτυπία, 8/9/08)

Friday, August 01, 2008

το γιατί είναι μια μεγάλη έλλειψη
κάτι σαν τάφος

Μίλτος Σαχτούρης